Συχνά αναπλάθω στο μυαλό μου τις αιτίες που αγάπησα με τόσο πάθος το ποδόσφαιρο. Η ελευθερία και η απλότητα του, ο χώρος που σου αφήνει για προσωπική έκφραση, η λειτουργία του στο συλλογικό ασυνείδητο ως θετική συνισταμένη προς μια υπερβατική κατάσταση.
Ελπίζω, για ‘σενα που διαβάζεις αυτές τις γραμμές, να μην μοιάζει βέβηλο πως τις ίδιες δραστικές πραγματικότητες αναζητώ και στην τέχνη. Πλέον, σε εναν αρκετά παγκοσμιοποιημένο κόσμο, η εσωτερική ανάγκη έκφρασης και δημιουργικότητας ενός ανθρώπου, ενός καλλιτέχνη, αφορά όλο και περισσότερους. Πολύ συχνά ταυτοποιεί και καθορίζει συνειδήσεις και ιδέες, χρησιμοποιείται εργαλειακά από την εκάστοτε εξουσία για τις επιδιώξεις της. Πλέον, εδώ και δεκαετίες, η εξουσία, με τις υλικές της δυνατότητες, χρησιμοποιεί την τέχνη και το σεβασμό που αυτή εμπνέει-την αυθεντία της συχνά-ώστε να αναπαράγει λογικές και τακτικές ανελευθερίας και εξουσιασμού. Συχνά,συχνότατα θα έλεγα, ο θεατής-καταναλωτής αλλά και σκεπτόμενος άνθρωπος, βρίσκεται εγκλωβισμένος σε ότι του σερβίρεται ακόμη και αν αυτό παίρνει τα χαρακτηριστικά ριζοσπαστικής τέχνης.
Βρέθηκα πρόσφατα στο Βερολίνο, την πόλη που με πείσμα το γερμανικό κράτος θα επιβάλει ως την ευρωπαϊκή πρωτεύουσα της κουλτούρας, και παρακολούθησα ένα από τα πιο ενδιαφέροντα φεστιβάλ πειραματικών τεχνών-κυρίως μουσικής-στην Ευρώπη, το CTM. Μέσα από δεκάδες συναυλίες, εκδηλώσεις, performances, παρουσιάσεις,εκθέσεις και άλλα πολλά, οι ιθύνοντες του φεστιβάλ προσπάθησαν να παρουσιάσουν μια ολιστική αντίληψη για τη σύγχρονη τέχνη, πέρα από γεωγραφίες αλλά στο τώρα. Μέσα από αυτό το overload πλροφοριών, ήχων και εικόνων, ο θεατής καλείται, υποτίθεται, να γίνει συμμέτοχος και, όπως πίστευε ο Μπένγιαμιν, να γίνει συμμέτοχος και να αναζητήσει, όπως και να προκαλέσει, την ελευθερία του.
Για ποια ελευθερία, όμως, μιλάμε και πόση σχέση έχει με τον τρόπο που τον όριζε ο Μπενγιιαμιν; Ο Μπένγιαμιν μιλούσε για την αναζήτηση της προσωπικής ελεύθερης έκφρασης μέσω της τέχνης, την ευκαιρία να βρει ο σύγχρονος άνθρωπος τον προσωπικό του χώρο και χρόνο ώστε να “παίξει” και ως άλλο παιδί που λειτουργεί (ή έχει ανάγκη να λειτουργεί) με τα ένστικτα να απελευθερωθεί-προσωρινά ή μόνιμα. Καλείται να το κάνει αυτό, μας λέει ο Βάλτερ Μπενγιαμιν, βγαίνοντας έξω από τον περίκλειστο χώρο της τέχνης, αναπνέοντας το δικό του αέρα, στο δικό του προσωπικό χώρο. Καλείται, πρώτα και κύρια, να γίνει συμμέτοχος της κάθε είδους τέχνης, αλλά με το δικό του τρόπο και για τις δικές του ανάγκες. Παραφράζοντας τον λιγάκι, οι ιερές στιγμές της συμμετοχής του θεατή-δέκτη σε ένα δρώμενο της τέχνης παίρνει σάρκα και οστά μέσα σε αυτό, συνολικοποιείται μαζί του αλλά ολοκληρώνεται έξω από αυτό. Εκπληρώνεται, έτσι, το ζητούμενο που είναι και ό στόχος: η διαδικασία αυτή να ολοκληρωθεί εκτός των όποιων ορίων της τέχνης. Και να ολοκληρωθεί φέρνοντας το ευκταίο κατά Μπενγιαμιν, την εξάπλωση της ελεύθερης σκέψης μέσω της τέχνης σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα. Μικρές εκρήξεις σε ανθρώπινες ψυχές ικανές να προκαλέσουν αλυσιδωτές αντιδράσεις και σε πολλές άλλες.
Μέσα από τον ορυμαγδό των δεκάδων εκδηλώσεων του CTM, ακόμα και αν θες να είσαι καλόπιστος, δεν μπορείς παρά να παρατηρήσεις το ασφυκτικό πλαίσιο που δημιουργείται για τον θεατή-δέκτη. Ακόμα και στη σημερινή εποχή του διαδικτυακού οργασμόυ και της συνεπακόλουθης ελευθερίας που έφερε στη διάδοση της τέχνης, όσοι διαθέτουν τα μέσα συνεχίζουν να κυριαρχούν προβάλλοντας αυτά που οι ίδιοι επιθυμουν. Κάπως έτσι αισθάνθηκα και στην περίπτωση που σχολιάζω. Τα όρια μπήκαν από τους διοργανωτές, όπως και οι απαντήσεις και οι ερωτήσεις. Ο χώρος να βάλει κανείς την προσωπική του συμμετοχή και άποψη, σε πνευματικό αλλά και όχι μόνο, επίπεδο ήταν αποπνικτικά περιορισμένος. Όσο και αν τα θεάματα που παρακολουθούσες ήταν από ενδιαφέροντα μέχρι σπουδαία, τα όρια είχαν τεθεί και ήταν συγκεκριμένα πάντα και πρώτα σε πρακτικό επίπεδο: κάτσε σε καρέκλες, έλα συγκεκριμένη ώρα, μην κινείσαι ελεύθερα και, βέβαια, στο τέλος φύγε αμέσως, ο χώρος κλείνει.
ο κουλτουριάρης