Το άρθρο είναι το τρίτο σε σειρά άρθρων για νεανικά κινήματα και αντικουλτούρες που ήταν κομμάτι της αντίστασης κατά των Ναζί στη κατεχόμενη Ευρώπη
Οι Νέοι και οι Ναζί
Η δύναμη του Χίτλερ μπορεί να μας βαραίνει,
Και να μας κρατά αλυσοδεμένους,
Μα κάποια μέρα θα σπάσουμε τις αλυσίδες,
Θα ‘μαστε ελεύθεροι ξανά.
Έχουμε γροθιές και θα πολεμήσουμε,
Έχουμε μαχαίρια και θα τα βγάλουμε,
Θέλουμε ελευθερία, έτσι δεν είναι παιδιά;
Είμαστε οι πολεμιστές Ναβάχο
Γιατί κατάφεραν οι Ναζί να ελέγξουν την Γερμανία τόσο εύκολα; Γιατί η ενεργητική αντίσταση ήταν τόσο μικρή; Γιατί τα παλιά κόμματα του SPD (Σοσιαλιστές) και του KPD (Κομουνιστές) δεν κατάφεραν να προβάλουν μια ουσιαστική αντίσταση; Πως ένα απολυταρχικό καθεστώς κατάφερε να ελέγξει με τόση ευκολία αυτό που ήταν το ισχυρότερο εργατικό κίνημα στην Ευρώπη;
Μας έχουν μάθει πως οι ναζί παραπλάνησαν το Γερμανικό πληθυσμό και πως χρειάστηκε η στρατιωτική ισχύς των συμμάχων για να ελευθερωθεί η Ευρώπη από τη σκλαβιά της. Το άρθρο αυτό στοχεύει να δείξει πως οι Ναζί κατάφεραν να ελέγξουν την εργατική τάξη και να πει μερικές από τις ιστορίες αντίστασης που συνέβησαν στη πραγματικότητα.
Αντιμετωπίζοντας την αντιπολίτευση
Δρώντας με μια σκληρότητα που εξέπληξε τους αντιπάλους τους, οι Ναζί απαγόρευσαν τους αντιπάλους τους, του Σοσιαλδημοκράτες και τους Κομμουνιστές. Για την εργατική τάξη αυτό ήταν πολύ πιο σοβαρό από την απλή καταστροφή δυο κομμάτων του κρατικού καπιταλισμού. Συνοδεύονταν από την εξολόθρευση μια ολόκληρης πτυχής της κοινωνικής ζωής γύρω από τις κοινότητες της εργατικής τάξης. Πολλοί από τους πιο επιφανείς και μαχητικούς εκπροσώπους της εργατικής τάξης συνελήφθησαν και στάλθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η καταστολή αυτή ήταν νόμιμη. Οι Sturmabteilung (SA, Φαιοχίτωνες), τώρα δρούσαν σε συνεργασία με την αστυνομία. Οι βάρβαρες δραστηριότητες τους που κάποτε ήταν παράνομες αλλά ανεκτές τώρα είχαν γίνει κομμάτι της επίσημης κρατικής δραστηριότητας. Σε κάποιες περιπτώσεις αυτό σήμαινε απλές πράξεις όπως ξυλοδαρμούς. Σε άλλες, ομάδες των SA έρχονταν και «έπαιρναν» κέντρα και μπαρ της εργατικής τάξης. Το αποτέλεσμα ήταν να απομονώσουν, εκφοβίσουν και να καταστήσουν ανίσχυρη της εργατική τάξη.
Πολλοί εργάτες πίστευαν πως οι Ναζί δεν θα παρέμεναν στην εξουσία για πάντα. Πίστευαν πως οι επόμενες εκλογές θα τους έβρισκε διωγμένους από την εξουσία και τα κόμματά «τους» θα επέστρεφαν. Οι εργάτες απλά χρειάζονταν να περιμένουν. Όταν έγινε ξεκάθαρο πως αυτό δε θα συνέβαινε, ο μύθος άλλαξε. Ο ρόλος των αντιπολιτευόμενων έγινε να διατηρηθούν άθικτοι οι μηχανισμοί των κομματικών δομών μέχρι την στιγμή που θα ηττηθούν οι Ναζί. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ακόμη και η απλή πράξη της διανομής Σοσιαλιστικής (SPD) ή Κομμουνιστικής (KPD) προπαγάνδας απαιτούσε ένα απίθανο βαθμό ηρωισμού, γιατί οι συνέπειες του να πιαστείς ήταν ξεκάθαροι σε όλους – χτυπήματα, βασανιστήρια και θάνατος. Σήμαινε πως οικογένειες θα έμεναν δίχως εισόδημα, θα υποβάλλονταν σε αστυνομική παρακολούθηση και εκφοβισμό. Το αποτέλεσμα ήταν συχνά παθητικότητα και απραξία.
Ήδη από το 1935, οι εργάτες είχαν αντιληφθεί τις συνέπειες που οι «ανατρεπτικές» δραστηριότητες θα είχαν στις οικογένειες τους. Ένας σιδηρουργός το 1943 έθεσε το πρόβλημα απλά: «Η γυναίκα μου είναι ακόμη ζωντανή, αυτό είναι όλο. Μόνο για εκείνη είναι που δεν ουρλιάζω εναντίον τους μπροστά τους… Ξέρεις πως μπορούν να τα κάνουν όλα αυτά επειδή ο καθένας μας έχει μια γυναίκα ή μητέρα στο σπίτι που πρέπει να σκεφτεί… οι άνθρωποι έχουν πολλά πράγματα που πρέπει να σκεφτούν. Δεν είσαι μόνος στο κόσμο. Και αυτοί οι δαίμονες των SS εκμεταλλεύονται αυτό το γεγονός».
Σε ολόκληρη τη περίοδο της ναζιστικής διακυβέρνησης υπήρχε μια βιομηχανική αναστάτωση, υπήρχαν απεργίες και πράξεις ανυπακοής ακόμη και σαμποτάζ. Όλα αυτά όμως προσέλκυαν τη προσοχή της Γκεστάπο. Η Γκεστάπο είχε τη συνδρομή των εργοδοτών και ρουφιάνων στο εργατικό δυναμικό. Το ελάχιστο που είχε να περιμένει ένας ήταν φυλακή. Ως συνέπεια, εκείνοι που ήταν πολιτικά αντίθετοι με τους Ναζί παρέμεναν μακριά από την βιομηχανική πάλη. Το να συλληφθείς θα οδηγούσε όχι μόνο σε προσωπική θυσία, αλλά θα έβλαπτε και τη πολιτική οργάνωση που αυτή ή αυτός άνηκε. Για να δώσει έμφαση στο μήνυμα η Γκεστάπο προς τους εργάτες, έστησε ειδικά βιομηχανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης δίπλα σε μεγάλα εργοστάσια.
Για να βάλουμε σε πλαίσιο την καταστολή των Ναζί , κατά το διάστημα 1933 ως 1945, τουλάχιστον 30000 Γερμανοί εκτελέστηκαν για αντίσταση κατά του κράτους. Αυτό δεν περιλαμβάνει τους αμέτρητους άλλους που πέθαναν ως αποτέλεσμα ξυλοδαρμών, της μεταχείρισης στα στρατόπεδα, ή ως αποτέλεσμα της επίσημης κομματικής πολιτικής της ευθανασίας για εκείνους που θεωρούσε πνευματικά ασθενείς. Χιλιάδες παιδιά κηρύχθηκαν ηθικά ή βιολογικά ελλαττωματικά επειδή βρισκόντουσαν κάτω από τον Άριο «κανόνα» και δολοφονούνταν από γιατρούς. Η μοίρα αυτή επίσης περίμενε πολλούς νέους με πνευματικές και φυσικές αναπηρίες, όπως και πολλούς που άκουγαν το λάθος είδος μουσικής.
Η ναζιστική κυριαρχία όμως πάνω στην εργατική τάξη, δεν βασίζονταν αποκλειστικά στην καταστολή. Η βιομηχανική πολιτική των Ναζί στόχευε στη διάσπαση της τάξης, να αντικαταστήσει την αλληλεγγύη της εργατικής τάξης με την ναζιστική συντροφικότητα και την αλληλεγγύη με το Κράτος.
Αρχικά, οι αυξήσεις μισθών απαγορεύτηκαν. Για να ενδυναμωθεί ο ανταγωνισμός, τα ωρομίσθια καταργήθηκαν. Ο μισθός με το κομμάτι (παραγωγικότητα) έγιναν ο κανόνας. Αν οι εργάτες ήθελαν να κερδίσουν περισσότερα τότε έπρεπε να παράξουν περισσότερα. Τα εργατικά συμφέροντα αντιπροσωπεύονταν αποκλειστικά από το Γερμανικό Εργατικό Μέτωπο (DAF), στο οποίο ήταν αναγκασμένοι να γραφτούν και που φυσικά αντιπροσώπευε αποκλειστικά τα συμφέροντα του κράτους και των εργοδοτών.
Μη μπορώντας να εξασφαλίσουν αυξήσεις μισθών από τους εργοδότες τους, έγινε σύνηθες σε κατάσταση πλήρους απασχόλησης για τους εργάτες να μετακινούνται από εργοστάσιο σε εργοστάσιο σε αναζήτηση υψηλότερων αμοιβών. Από τη μια, αυτό ανέτρεψε τον ναζιστικό στόχο του περιορισμού των αμοιβών, από την άλλη όμως αποδυνάμωσε ακόμη περισσότερο τους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ των εργατών.
Γνωρίζοντας πως δεν μπορούσαν να κυβερνούν στηριζόμενοι αποκλειστικά στο φόβο, οι Ναζί πρόσφεραν «προνιακές» παραχωρήσεις στην εργατική τάξη. Οικογενειακά επιδόματα πληρώθηκαν για πρώτη φορά, οργανωμένες εκδρομές και έξοδοι προσφέρονταν σε χαμηλό κόστος. Για πολλούς εργάτες αυτή ήταν η πρώτη τους ευκαιρία να πάνε σε διακοπές. Κοινωνικές δραστηριότητες προσφέρονταν μέσω ναζιστικών οργανώσεων.
Υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις πως οι Ναζί κέρδισαν ιδεολογικά την εργατική τάξη, παρόλα αυτά όμως, ο συνδυασμός αυτός της καταστολής και βελτιώσεων λειτούργησε ώστε να μπερδέψει πολλούς που διαφορετικά θα ήταν ξεκάθαρα αντίπαλοι τους.
Τα θεάματα που όλοι έχουμε δει, οι ναζιστικές συγκεντρώσεις, το κάψιμο των βιβλίων, οι παρελάσεις και οι ομιλίες, δεν αποτελούν απόδειξη πως οι εργάτες είχαν πειστεί από την διακυβέρνηση των Ναζί. Ήταν ξεκάθαρο σε όλους ποιες θα ήταν οι συνέπειες της απουσίας, του να μη κρατάνε πλακάτ, του να μη κουνάνε μια σημαία. Μεγάλωσαν όμως, την αίσθηση απομόνωσης και ανημποριάς όσων θα ήθελαν να αντισταθούν. Ως αποτέλεσμα υπήρχε ελάχιστη ανοιχτή αντίσταση από τους ενήλικες της εργατικής τάξης προς τους Ναζί σε όλη τη περίοδο της παντοδυναμίας τους
Νέοι άνθρωποι
Να η πολιτική των Ναζί προς τους ενήλικες βασίζονταν στον εξαναγκασμό, η πολιτική τους προς τους νέους ήταν διακριτικότερη. Απλά ειπωμένο, η πρόθεση ήταν να κατηχήσει κάθε νέο άνθρωπο, να τους κάνει καλούς εθνικοσοσιαλιστές πολίτες που περήφανα θα έφεραν τα ιδανικά του κόμματος. Το μέσο που επιλέχθηκε για αυτό ήταν η Χιτλερική Νεολαία (HJ).
Ως τα τέλη του 1933, όλες οι οργανώσεις νεολαίας εκτός της Χιτλερικήε είχαν απαγορευτεί – με την εξαίρεση εκείνων που ελέγχονταν από τη Καθολική Εκκλησία που ήταν απασχολημένη εκείνη τη περίοδο με το να σπρώχνει τους Ναζί. Τα αγόρια οργανώνονταν στην Deutsches Jungvolk μεταξύ των ηλικιών 10 και 14 και στη κανονική Χιτλερική Νεολαία μεταξύ 14 και 18. Σύντομα ενσωμάτωσαν το 40% των αγοριών. Τα κορίτσια έπρεπε να ενταχθούν στην Bund Deutsche Madel (BDM), αλλά οι Ναζί δεν ενδιαφέρονταν τόσο για την συμμετοχή τους. ο στόχος ήταν να εντάξουν όλα τα αγόρια στην HJ. Όταν ο στόχος δεν επιτεύχθηκε, έως το 1939 ψηφίστηκαν νόμοι που βαθμιαία έκαναν τη συμμετοχή υποχρεωτική.
Το πρώτο καιρό, το να είσαι μέλος της HJ ήταν ένα είδος αγγαρείας. Τα αγόρια έπρεπε να πάρουν μέρος σε αγωνίσματα, να πάνε για κάμπινγκ, πεζοπορία, να παίζουν ανταγωνιστικά παιχνίδια – όπως και να συμμετέχουν σε στρατιωτική και ιδεολογική κατήχηση. Η HJ αντιμετωπίζονταν ως μια μέθοδος στρατολόγησης και εκπαίδευσης νέων ανδρών στις ένοπλες δυνάμεις. Καθώς ο πόλεμος έγινε πιθανότερος, η έμφαση μετατοπίσθηκε από τη διασκέδαση και προς τη στρατιωτική εκπαίδευση. Η κρατική πολιτική έγινε τέτοια που εξανάγκαζε του πάντες στην HJ. Αυτό έκανε πρακτικά άκακες δραστηριότητες, όπως να συναντιέσαι με τους φίλους σου για μια βραδιά, ποινικά αδικήματα ανα πραγματοποιούνταν εκτός των πλαισίων της NDM ή της HJ.
Η HJ οργάνωσε τις δικές της μονάδες αστυνομίας για να επιβλέπει τους νέους. Αυτές οι Streifendiest (περίπολοι) αποτελούνταν από μέλη της Χιτλερικής Νεολαίας ελάχιστα μεγαλύτερα από εκείνους που προορίζονταν να αστυνομεύουν.
Ως το 1938, αναφορές από τους Σοσιαλδημοκράτες στη Γερμανία στους ηγέτες τους στην εξορία ήταν σε θέση να αναφέρουν πως: «Στη πορεία και οι νέοι αισθάνονται όλο και πιο εκνευρισμένοι από την έλλειψη ελευθερίας και την ανόητη εξάσκηση που συνηθίζεται στις Εθνικοσοσιαλιστικές οργανώσεις. Έτσι δεν πρέπει να μας παραξενεύει που ενδείξεις κόπωσης γίνονται όλο και πιο φανερές ανάμεσα στις γραμμές τους…»
Το ξέσπασμα του πολέμου έφερε την πραγματική φύση της HJ ακόμα πιο έντονα στο προσκήνιο. Μεγαλύτερα μέλη της HJ κλήθηκαν στο στρατό. Όλο και περισσότερος χρόνος περνούσε με εξάσκηση και πολιτική κατήχηση. Οι βομβαρδισμοί οδήγησαν στη καταστροφή πολλών αθλητικών εγκαταστάσεων. Η HJ γινόταν όλο και πιο ανοιχτά ένα μέσο καταπίεσης.
Καθώς οι απαιτήσεις για φρέσκους νεοσύλλεκτους στις ένοπλες δυνάμεις έγιναν πιο έντονες, οι διασπάσεις μέσα στην HJ έγιναν πιο βαθιές. Το γερμανικό εκπαιδευτικό σύστημα την εποχή εκείνη ήταν ξεκάθαρα διαχωρισμένο με βάση τις ταξικές γραμμές. Τα περισσότερα παιδιά της εργατικής εγκατέλειπαν το σχολείο ως τα 14. Ελάχιστα συνέχιζαν σε δευτεροβάθμια και μέση εκπαίδευση μαζί με τα παιδιά της μέσης τάξης και των επαγγελματιών. Καθώς τα μεγαλύτερα μέλη της HJ καλούνταν στα όπλα, οι μαθητές της μέσης τάξης πήραν τη θέση αρχηγών. Τα απλά μέλη αποτελούνταν όλο και περισσότερο από νεαρούς εργάτες που δύσκολα θα δέχονταν ευχάριστα να τους διατάζουν στις συναντήσεις της HJ! Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε τη σκηνή που ένα ξιπασμένο παιδί γιατρού, ακόμη στο σχολείο, προσπαθεί να δώσει εντολές σε μερικούς νεαρούς εργάτες εργοστασίου και να πρέπει να χρησιμοποιήσει την απειλή επίσημης τιμωρίας για να γίνει το δικό του. Η δυσαρέσκεια αυξάνονταν. Αρχικά, οι μεγάλες ελλείψεις εργατικού δυναμικού των πρώτων χρόνων σήμαινε πως οι Ναζί δεν μπορούσαν να καταφύγουν στο είδος της ναζιστικής τρομοκρατίας που ασκούσαν εναντίον άλλων διαφωνούντων. Καθώς ο πόλεμος συνεχίζονταν, πολλοί από τους πατεράδες των νέων αυτών πέθαναν ή στάλθηκαν στο μέτωπο. Πολλοί έχαναν τα σπίτια τους λόγω βομβαρδισμών. Το μόνο μέλλον που μπορούσαν να δουν για τους εαυτούς τους ήταν να φορέσουν μια στολή και να δώσουν μάχες για μια χαμένη υπόθεση.
Ένας έφηβος είπε το 1942: «Ότι διδάσκει η HJ είναι μια απάτη. Το ξέρω με κάθε βεβαιότητα, επειδή όλα όσα είχα να πω εγώ στη HJ ήταν μια απάτη».
Ως το τέλος της δεκαετίας του 1930, χιλιάδες νέων ανθρώπων έβρισκαν τρόπους να ξεφύγουν από τα νύχια της Χιτλερικής Νεολαίας. Συγκεντρώνονταν μαζί στις δικές τους παρέες και άρχιζαν να διασκεδάζουν ξανά. Αυτό τρομοκρατούσε τους Ναζί, ιδιαίτερα όταν οι έφηβοι άρχισαν να υπερασπίζονται τους κοινωνικούς τους χώρους με φυσικό τρόπο. Αυτό όμως που τρομοκρατούσε ιδιαίτερα τους Ναζί ήταν πως οι νέοι αυτοί ήταν προϊόν του δικού τους εκπαιδευτικού συστήματος. Δεν είχαν καμιά επαφή με το παλιό SPD και KPD, δεν γνώριζαν τίποτα για το Μαρξισμό ή το παλιό εργατικό κίνημα. Είχαν εκπαιδευτεί από Ναζί σε ναζιστικά σχολεία, ο ελεύθερος χρόνος τους είχε οργανωθεί από την HJ, ακούγοντας ναζιστική προπαγάνδα και την συμμετοχή σε επίσημα εγκεκριμμένες δραστηριότητες και αθλήματα.
Οι παρέες αυτές είχαν διάφορα ονόματα. Τα ρούχα που προτιμούσαν διέφεραν από πόλη σε πόλη, όπως και τα σήματά τους. στο Έσσεν ονομάζονταν Farhtenstenze (Ταξιδιώτες), στο Όμπερχάουζεν και στο Ντίσελντορφ ονομάζονταν Πειρατές του Κίτελμπαχ, στη Κολονία ήταν οι Ναβάχο. Όλοι τους όμως αυτοπροσδιορίζονταν ως Πειρατές των Εντελβάις (λόγω του σήματος με ένα λουλούδι εντελβάις που πολύ τους φορούσαν).
Οι φάκελοι της Γκεστάπο στη Κολονία περιείχαν τα ονόματα περισσότερων από 3000 εφήβων που αναγνωρίστηκαν ως Πειρατές των Εντελβάις. Είναι προφανές, πρέπει να ήταν πολλοί περισσότεροι και ο αριθμός τους πρέπει να ήταν μεγαλύτερος μιλώντας για τη Γερμανία συνολικά.
Αρχικά, οι δραστηριότητες τους ήταν απόλυτα αθώες. Βρισκόντουσαν σε πάρκα και γωνιές δρόμων, δημιουργώντας το δικό τους κοινωνικό χώρο με τον τρόπο που κάνουν οι έφηβοι παντού (συνήθως ενοχλώντας ενήλικες). Τα σαββατοκύριακα θα πήγαιναν βόλτες και εκδρομές στην εξοχή σε ένα ανεστραμμένο είδωλο αυτών που οργάνωνε η ίδια η HJ. Αντίθετα όμως από τα ταξίδια της HJ, οι εξορμήσεις αυτές συμπεριλάμβαναν αγόρια και κορίτσια μαζί, προσθέτοντας έτσι μια διαφορετική, πιο ενδιαφέρουσα και φυσιολογική πτυχή από αυτή που πρόσφερε η HJ. Εκεί που η HJ έπαιρνε σε ταξίδια νέους ανθρώπους για να τους απομονώσει και να τους κατηχήσει, οι εξορμήσεις των Πειρατώνς Εντελβάις τους έπαιρνε μακριά από το Κόμμα και τους έδιναν το χρόνο και το χώρο να είναι οι εαυτοί τους.
Στα ταξίδια τους συναντιόνταν με Πειρατές από άλλες περιοχές και πόλεις. Κάποιοι πήγαιναν τόσο μακριά ώστε να ταξιδεύουν σε όλο το μήκος και πλάτος της Γερμανίας στη διάρκεια του πολέμου, όταν το να ταξιδεύεις δίχως χαρτιά ήταν παράνομη πράξη.
Το να τολμούν να διασκεδάζουν με τους όρους τους ήταν παράνομη πράξη. Υποτίθεται πως ήταν υπό τον έλεγχο του Κόμματος. Αναπόφευκτα διασταυρώθηκαν με τις περιπόλους της HJ. Αντί να τρέξουν, οι Πειρατές στάθηκαν και πολέμησαν. Αναφορές σταλμένες σε αξιωματικούς της Γκεστάπο δείχνουν πως οι Πειρατές των Εντελβάις κέρδιζαν αυτές τις μάχες πιο συχνά από ότι έχαναν: «Για το λόγο αυτό ζητώ η αστυνομία αντιμετωπίσει αυτούς τους αλήτες μια και καλή. Η HJ ρισκάρει τη ζωή της όταν βγαίνει στο δρόμο».
Οι δραστηριότητες των Πειρατών των Εντελβάις γινόντουσαν όλο και πιο τολμηρές καθώς προχωρούσε ο πόλεμος. Έκαναν φάρσες στους συμμάχους των Ναζί, πολεμούσαν τους εχθρούς τους και έκαναν μικρές πράξεις δολιοφθοράς. Κατηγορούνταν πως ήταν κοπανατζήδες και κοινωνικά παράσιτα. Άρχισαν να βοηθούν Εβραίους, λιποτάκτες και αιχμάλωτους πολέμου. Έγραφαν αντιναζιστικά συνθήματα στους τείχους και κάποιοι άρχισαν να συλλέγουν φυλλάδια Συμμαχικής προπαγάνδας και την έβαζαν στα γραμματοκιβώτια.
«Υπάρχει μια υποψία πως αυτοί οι νεαροί που γράφουν στους τοίχους της υπόγειας διάβασης στην οδό Άλτερμπεργκ τα συνθήματα «Κάτω ο Χίτλερ», «Η OKW (Ανώτερη Στρατιωτική Διοίκηση) λέει ψέματα», «Παράσημα για Φόνο», «Κάτω η ναζιστική βαρβαρότητα» κλπ. Όμως συχνά, όταν επιγραφές αυτές αφαιρούνται μέσα σε λίγες μέρες καινούριες εμφανίζονται στους τοίχους ξανά». (Αναφορά του Ναζιστικού Κόμματος στο Ντίσελντορφ-Γκράφενμπεργκ προς τη Γκεστάπο, 1943).
Καθώς περνούσε ο καιρός, κάποιοι γινόντουσαν τολμηρότεροι και ακόμη πιο ηρωικοί. Έκαναν επιδρομές σε στρατόπεδα για να πάρουν όπλα και εκρηκτικά, έκαναν επιθέσεις σε ναζιστικές προσωπικότητες και πέρα από τη HJ και έπαιρναν μέρος σε αντάρτικες δραστηριότητες. Ο διοικητής της Γκεστάπο στη Κολονία ήταν θύμα των Πειρατών των Εντελβάις.
Οι αρχές αντέδρασαν με το πλήρες οπλοστάσιο των κατασταλτικών μέσων. Αυτές εκτείνονταν από ατομικές προειδοποιήσεις, συλλήψεις και προσωρινή κράτηση (μαζί με το ξύρισμα του κεφαλιού), σε φυλάκιση τα σαββατοκύριακα, αναμορφωτήρια, στρατόπεδα εργασίας, στρατόπεδα συγκέντρωσης νέων ή ποινικές δίκες. Χιλιάδες πιάστηκαν σε αυτό το κυνήγι. Για πολλούς, το τέλος ήταν ο θάνατος. Οι εμφανιζόμενοι ως ηγέτες των Πειρατών των Εντελβάις στη Κολονία κρεμάστηκαν δημόσια το Νοέμβριο του 1944.
Για όσο όμως οι Ναζί, χρειάζονταν εργάτες στα εργοστάσια όπλων και στρατιώτες για το πόλεμο τους, δεν μπορούσαν να καταφύγουν στη φυσική εξόντωση χιλιάδων νεαρών Γερμανών. Επιπλέον, είναι σωστό να πούμε πως το κράτος ήταν σε σύγχυση ως προς το τι να κάνει με αυτούς τους επαναστάτες. Ήταν γερμανικής καταγωγής, το είδος ανθρώπων που έπρεπε να είναι ευγνώμονες για ότι πρόσφεραν οι Ναζί. Απρόθυμο να εκτελέσει χιλιάδες και ανίκανο να κατανοήσει τ συνέβαινε, το κράτος ήταν εξίσου ανίκανο να τους ελέγξει.
Το Τείχος της Σιωπής
Γιατί λοιπόν τόσα λίγα είναι γνωστά για τους Πειρατές των Εντελβάις; Όταν ερευνούσα τη βιβλιογραφία γι’ αυτό το άρθρο, ήταν υπερβολικά δύσκολο να βρω πληροφορίες για αυτούς. Οι περισσότερες έμοιαζαν να αφορούν την έρευνα του Γερμανού ιστορικού Detlev Peukert, το έργο του οποίου παραμένει ουσιαστικό ανάγνωσμα. Έρευνες στο διαδίκτυο βρήκαν μόνο δυο άρθρα.
Μια σειρά από εξηγήσεις έρχονται στο νου. Οι μεταπολεμικές Συμμαχικές αρχές ήθελαν να ανασυνθέσουν τη Γερμανία σε ένα σύγχρονο, δυτικό, δημοκρατικό κράτος. Για να το πετύχουν αυτό, επέβαλαν αυστηρούς εργατικούς νόμους, ανάμεσά τους υποχρεωτική εργασία. Οι Πειρατές των Έντελβάις είχαν έντονο αντιεργασιακό ήθος, έτσι ήρθαν σε σύγκρουση και με τις νέες αρχές. Μια έκθεση από το 1949 μιλούσε για το «εκτεταμένο φαινόμενο της απροθυμίας για εργασία που γίνονταν συνήθεια πολλών νέων ανθρώπων». Η καταστολή των αποκαλούμενων «νεαρών αργόσχολων» ήταν μερικές φορές λιγότερο αυστηρή υπό τη συμμαχική κατοχή από ότι ήταν με τους Ναζί. Ένα δικαστήριο το 1947 έστειλε μια νεαρή γυναίκα στη φυλακή για πέντε μήνες για «άρνηση να εργαστεί». Οι νέοι έγιναν εχθροί και της νέας τάξης πραγμάτων.
Οι πολιτικοί αντίπαλοι των Ναζί είχαν είτε αναγκαστεί σε εξορία, δολοφονηθεί ή κρύψει τις πολιτικές τους θέσεις. Η μυστική δραστηριότητα είχε επικεντρωθεί στο να διατηρηθούν οι κομματικές δομές ακέραιες. Δεν είχαν την πολυτέλεια να αναγνωρίσουν πως η φυσική αντίσταση ήταν ζωντανή και ακμαία και βασισμένη σε νεανικές συμμορίες δρόμου. Για τους πολιτικούς του CDU (Χριστιανοδημοκρατική Ένωση) και του SPD, οι Πειρατές των Εντελβάις το ίδιο αλήτες, όσο και για τους Ναζί. Ο μύθος του δίκαιου πολέμου, που χρησιμοποιήθηκε από τους συμμάχους, βασίζονταν στην ιδέα πως όλοι οι Γερμανοί ήταν τουλάχιστον σιωπηλοί κατά τη ναζιστική περίοδο αν όχι ενεργοί υποστηρικτές του καθεστώτος. Για να διατηρηθεί αυτό το ψέμα, οι δραστηριότητες ¨χούλιγκαν του δρόμου» εναντίον των Ναζί έπρεπε να ξεχαστούν.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά, το ενδιαφέρον στους Πειρατές των Εντελβάις αρχίζει να επανεμφανίζεται. Περισσότερα αρχίζουν να δημοσιεύονται για αυτούς και μια ταινία παράγεται στη Γερμανία. Είναι ανάγκη να μη ξεχαστούν ποτέ ξανά. Όπως λένε οι παραγωγοί της ταινίας λένε: «Οι Πειρατές των Εντελβάις δεν ήταν απόλυτοι ήρωες, αλλά μάλλον απλοί άνθρωποι που έκαναν εκπληκτικά πράγματα». Είναι ακριβώς αυτό που μας δίνει ελπίδα για το μέλλον.
Βαδίζουμε στις όχθες του Ρουρ και του Ρήνου
Και τσακίζουμε την Χιτλερική Νεολαία στα δυο
Το τραγούδι μας είναι ελευθερία, αγάπη και ζωή,
Είμαστε οι Πειρατές των Εντελβάις
Παρμένο από τη μπροσούρα Resistance to Nazism που εκδόθηκε από την Anarchist Federation
Για το πρώτο άρθρο της σειράς πατήστε εδώ
Για το δεύτερο άρθρο πατήστε εδώ